Τα πλεονεκτήματα της υποδόριας σε σχέση με την ενδοφλέβια χορήγηση τραστουζουμάμπης στις ασθενείς με HER2-θετικό καρκίνο του μαστού

Τα πλεονεκτήματα της υποδόριας σε σχέση με την ενδοφλέβια χορήγηση τραστουζουμάμπης στις ασθενείς με HER2-θετικό καρκίνο του μαστού

Δρ. Θάλεια Λάλλα
Παθολόγος Ογκολόγος
ΘΕΑΓΕΝΕΙΟ Αντικαρκινικό Νοσοκομείο Θεσσαλονίκης

 

Ο καρκίνος του μαστού είναι ο συχνότερος καρκίνος που εκδηλώνεται στις γυναίκες παγκοσμίως, με περισσότερα από 2 εκατομμύρια νέα περιστατικά το 2018. Πρακτικά, 1 στις 8 γυναίκες θα νοσήσουν κατά τη διάρκεια της ζωής τους¹.

Ο καρκίνος του μαστού περιλαμβάνει τουλάχιστον τέσσερις διαφορετικούς βιολογικούς τύπους. Σε έναν από αυτούς, τα καρκινικά κύτταρα παράγουν αυξημένες ποσότητες της πρωτεΐνης HER2, η οποία προκαλεί την ανεξέλεγκτη ανάπτυξή τους².  Ο τύπος αυτός ονομάζεται «HER2-θετικός» και αφορά περίπου 1 στις 5 γυναίκες με καρκίνο του μαστού³.

Τις τελευταίες 2-3 δεκαετίες έχει σημειωθεί σημαντική πρόοδος στη θεραπεία του καρκίνου του μαστού. Οι θεραπευτικές επιλογές για την αντιμετώπισή του περιλαμβάνουν τη χειρουργική επέμβαση, την ακτινοθεραπεία και τις φαρμακευτικές θεραπείες (χημειοθεραπεία, ορμονοθεραπεία και στοχεύουσα θεραπεία με βιολογικούς παράγοντες)².  Ειδικά για τον HER2-θετικό καρκίνο του μαστού η ανακάλυψη πριν από σχεδόν 30 χρόνια της τραστουζουμάμπης, ενός εξανθρωποποιημένου μονοκλωνικού αντισώματος, αποτέλεσε μια επανάσταση. Hταν η πρώτη στοχεύουσα θεραπεία και άλλαξε σημαντικά τη δυσμενή πορεία της νόσου 4. Έως σήμερα η τραστουζουμάμπη αποτελεί τη θεραπεία εκλογής για τον HER2-θετικό καρκίνο του μαστού, τόσο σε πρώιμο όσο και σε μεταστατικό στάδιο².

Μέχρι πρόσφατα, η τραστουζουμάμπη ήταν διαθέσιμη αποκλειστικά για ενδοφλέβια έγχυση, ανά 3 εβδομάδες ή κάθε εβδομάδα, σε δόσεις που υπολογίζονται από τον ιατρό ανάλογα με το σωματικό βάρος της ασθενούς5. Ωστόσο, το 2015 κυκλοφόρησε στην Ελλάδα μία νέα, εναλλακτική, ενέσιμη μορφή της τραστουζουμάμπης, η οποία είναι κατάλληλη για υποδόρια (κάτω από το δέρμα) χορήγηση. Η υποδόρια τραστουζουμάμπη χορηγείται ανά 3 εβδομάδες στη σταθερή δόση των 600 mg με χρόνο έγχυσης 2-5 λεπτά5 ενώ επιπλέον περιέχει ανασυνδυασμένη ανθρώπινη υαλουρονιδάση (rHuPH20), ένα ένζυμο το οποίο βοηθά τη μεταφορά της τραστουζουμάμπης στην κυκλοφορία του αίματος. Όσον αφορά στον τρόπο χορήγησης, η υποδόρια ένεση της τραστουζουμάμπης γίνεται στους μηρούς, προσέχοντας πάντα οι νέες εγχύσεις να χορηγούνται σε απόσταση τουλάχιστον 2,5 εκατοστών από την παλιά θέση και σε περιοχές όπου το δέρμα δεν είναι ερυθρό, ευαίσθητο ή σκληρό5.

Κλινικές μελέτες, όπως η HannaH6, η PrefHer7, και η SafeHer8, σε ασθενείς με HER2-θετικό πρώιμο καρκίνο του μαστού έδειξαν ότι η ενδοφλέβια και η υποδόρια μορφή χορήγησης της τραστουζουμάμπης, έχουν συγκρίσιμη ασφάλεια και αποτελεσματικότητα, είτε ως μονοθεραπεία είτε σε συνδυασμό με άλλους χημειοθεραπευτικούς παράγοντες. Επιπλέον, βάσει των μελετών, τόσο οι ασθενείς όσο και το επιστημονικό προσωπικό ανέφερε υψηλότερα ποσοστά προτίμησης της υποδόριας έναντι της ενδοφλέβιας μορφής της θεραπείας7.

Πλεονεκτήματα υποδόριας χορήγησης  τραστουζουμάμπης

Ο λόγος της προτίμησης αυτής είναι ότι η υποδόρια χορήγηση παρέχει σημαντικά πλεονεκτήματα. Το κυριότερο πλεονέκτημα αφορά στον χρόνο χορήγησης των 2 μορφών: η υποδόρια τραστουζουμάμπη χορηγείται εντός 2 έως 5 λεπτών, ενώ η ενδοφλέβια τραστουζουμάμπη χορηγείται εντός 90 λεπτών (πρώτη δόση) ή 30 λεπτών (επόμενες δόσεις)5. Έτσι, με τη χρήση της υποδόριας αντί της ενδοφλέβιας τραστουζουμάμπης, η κάθε ασθενής αποφεύγει κατά μέσο όρο συνολικά 16.3 ώρες παραμονής στο νοσοκομείο κατά τη διάρκεια των 18 κύκλων θεραπείας9, που χορηγούνται στην πρώιμη νόσο. Είναι προφανές ότι η μειωμένη παραμονή στο νοσοκομείο, και ειδικότερα στην καρέκλα έγχυσης, αποφορτίζει ψυχολογικά τις ασθενείς και βελτιώνει την ποιότητα ζωής τους.

Το δεύτερο πλεονέκτημα της υποδόριας τραστουζουμάμπης σε σχέση με την ενδοφλέβια είναι ο μειωμένος πόνος, οι εκχυμώσεις (μελανιές) και η δυσφορία7. Στα πλεονεκτήματα της υποδόριας χορήγησης μπορούν, επίσης, να προστεθούν η μη καταπόνηση των φλεβών της ασθενούς (καθώς δεν χρησιμοποιούνται ενδοφλέβιοι καθετήρες) και η αποφυγή εξαγγείωσης, δηλαδή διάχυσης του φαρμάκου από τη φλέβα στον περιβάλλοντα ιστό και πέρα από αυτόν. Λόγω των πλεονεκτημάτων αυτών, διαπιστώθηκε ότι σχεδόν 9 στις 10 ασθενείς με πρώιμο HER2-θετικό καρκίνο του μαστού προτιμούν την υποδόρια χορήγηση της τραστουζουμάμπης7.

Παράλληλα, η υποδόρια χορήγηση της τραστουζουμάμπης διευκολύνει σημαντικά το έργο των ιατρών και των νοσηλευτών. Σε σύγκριση με την ενδοφλέβια χορήγηση, η υποδόρια χορήγηση δεν απαιτεί υπολογισμό της δόσης, προετοιμασία ενδοφλέβιων διαλυμάτων, φλεβοκέντηση ή τοποθέτηση μόνιμου κεντρικού φλεβικού καθετήρα (port-a-cath)5. Η εξοικονόμηση χρόνου για το νοσηλευτικό προσωπικό είναι σημαντική, καθώς διαπιστώθηκε ότι απαιτείται ο μισός χρόνος για την υποδόρια χορήγηση σε σχέση με την ενδοφλέβια χορήγηση10. Έτσι σε μελέτες φάνηκε ότι 7 στους 10 επαγγελματίες της υγείας προτιμούν την υποδόρια θεραπεία με τραστουζουμάμπη έναντι της ενδοφλέβιας7.

Συνεπώς, η χορήγηση της υποδόριας θεραπείας με τραστουζουμάμπη συμβάλλει στην καλύτερη λειτουργία και αύξηση της αποδοτικότητας των ογκολογικών μονάδων καθώς, με την εξοικονόμηση χρόνου, το νοσηλευτικό προσωπικό μπορεί να εξυπηρετεί περισσότερους ασθενείς κατά τη διάρκεια της ημέρας. Τέλος, η υιοθέτηση της υποδόριας τραστουζουμάμπης έχει υπολογιστεί, σύμφωνα με μελέτη της Δημόσιας Σχολής Υγείας σε δύο μεγάλα Ελληνικά δημόσια ογκολογικά νοσοκομεία11, πως εξοικονομεί πόρους και χρήματα στο σύστημα υγείας, διευκολύνοντας έτσι την πρόσβαση των ασθενών στην Ελλάδα σε νέες πιο εξελιγμένες και ακριβές θεραπείες.

Συμπερασματικά, η υποδόρια θεραπεία με τραστουζουμάμπη, στη σταθερή δόση των 600 mg κάθε 3 εβδομάδες, αποτελεί μια ασφαλή και αποτελεσματική εναλλακτική μορφή της ενδοφλέβιας τραστουζουμάμπης, σε ασθενείς με HER2-θετικό καρκίνο του μαστού. Τα οφέλη από την υποδόρια θεραπεία με τραστουζουμάμπη δεν περιορίζονται μόνο στις ασθενείς, αλλά συνεισφέρουν στο έργο των ιατρών και των νοσηλευτών των ογκολογικών μονάδων, ενώ επιπρόσθετα εξοικονομούνται πολύτιμοι πόροι για το σύστημα υγείας.

Βιβλιογραφία

  1.  World Cancer Research Fund International. Breast Cancer Statistics. https://www.wcrf.org/dietandcancer/cancer-trends/breast-cancer-statistics.
  2.  Harbeck N, Gnant M. Lancet. 2017;389:1134-50.
  3. Slamon D, et al. N Engl J Med. 2011;365(14):1273-83.
  4. Carter P et al. Proc Natl Acad Sci USA. 1992;89(10):4285-9.
  5. European Medicines Agency. Herceptin Summary of Product Characteristics. https://www.ema.europa.eu/en/documents/product-information/herceptin-epar-product-information_el.pdf.
  6.  Ismael G et al. Lancet Oncol. 2012;13(9):869-78.
  7.  Pivot X et al. Lancet Oncol. 2013;14(10):962-70.
  8. Gligorov J et al. Eur J Cancer. 2017;82:237-46.
  9.  De Cock E et al. Cancer Medicine 2016 Mar;5(3): 389–97.
  10. Lopez-Vivanco G, et al. Clin Transl Oncol. 2017;19(12):1454-61.
  11. Μυλωνάς Χ και συν. 13ο Πανελλήνιο Συνέδριο Υγείας, Αθήνα, 2017.