Επιστολή με θέμα τη σημασία λειτουργίας κέντρων μαστού ολοκληρωμένης φροντίδας απέστειλε ο Πανελλήνιος Σύλλογος Γυναικών με Καρκίνο Μαστού "Άλμα Ζωής" υπ' όψιν της κυρίας Βιλδιρίδη, Γενικής Γραμματέως Υπηρεσιών Υγείας του Υπουργείου Υγείας, την Πέμπτη 3 Οκτωβρίου 2024. Το περιεχόμενο της επιστολής παρουσιάζεται παρακάτω:
Αξιότιμη Γενική Γραμματέα Υπηρεσιών Υγείας, κυρία Βιλδιρίδη,
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του International Agency For Research on Cancer του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, στην Ελλάδα για το έτος 2022 οι νέες διαγνώσεις καρκίνου του μαστού ανέρχονται σε 9087 εκ των οποίων 8987 αφορούν γυναίκες και 100 άνδρες ενώ το ίδιο διάστημα οι θάνατοι από τη νόσο ανέρχονται σε 2454 (WHO, 2024).
Ο αριθμός των νέων περιστατικών είναι πάρα πολύ μεγάλος, αν δε συνυπολογιστούν τα αντίστοιχα περιστατικά κατά έτος αναφερόμαστε σε χιλιάδες γυναίκες επιβιώσασες με πρωτογενή καρκίνο μαστού αλλά και γυναίκες με προχωρημένο/μεταστατικό καρκίνο μαστού.
Κατ’ εκτίμηση το 20% των γυναικών που νοσούν από καρκίνο του μαστού είναι κάτω των πενήντα ετών και το 33% γυναίκες ηλικίας 50 έως 64 ετών. Επομένως, οι ηλικιακές ομάδες που επηρεάζει ο καρκίνος του μαστού αφορά γυναίκες που βρίσκονται σε παραγωγική ηλικία, ενεργές σε πολλούς τομείς της ζωής τους και στην κοινωνία γενικότερα.
Σύμφωνα με μελέτες έχει φανεί ότι η έγκαιρη ανίχνευση του καρκίνου του μαστού αποτελεί καθοριστικό παράγοντα για την αύξηση του ποσοστού επιβίωσης από την ασθένεια. Επομένως τα κράτη έχουν επικεντρωθεί στην ευαισθητοποίηση και ενημέρωση των γυναικών για τη σημασία των προληπτικών τους εξετάσεων. Και στη χώρα μας υπάρχει κινητοποίηση για την έγκαιρη διάγνωση - ο Σύλλογός μας είναι ιδιαίτερα ενεργός στην ενημέρωση και ευαισθητοποίηση του γυναικείου πληθυσμού – ενώ ιδιαίτερα από τον Ιούλιο του 2022 και μέσω του προγράμματος προσυμπτωματικού ελέγχου «Φώφη Γεννηματά» ευελπιστούμε ότι πραγματικά θα σωθούν ζωές.
Όμως ο καρκίνος του μαστού είναι μια ιδιαίτερα πολύπλοκη ασθένεια και η αποτελεσματική διαχείρισή του πλην της έγκαιρης ανίχνευσης σχετίζεται και με την έγκαιρη πρόσβαση στη διάγνωση και στη θεραπεία, αλλά και στην παροχή ολοκληρωμένης φροντίδας σε όλη την πορεία της νόσου όπως και στην παρακολούθηση μετά από αυτή (survivorship).
Αυτοί είναι οι βασικοί πυλώνες για την αύξηση της επιβίωσης, τη βελτίωση της ποιότητας ζωής των γυναικών και τελικά για τη μείωση των θανάτων από τη νόσο. Όμως στη χώρα μας υπάρχει ένας κατακερματισμός των προσφερόμενων υπηρεσιών που επηρεάζει μεγάλο αριθμό γυναικών και τις οικογένειές τους δεδομένου ότι ο καρκίνος είναι οικογενειακή υπόθεση. Έτσι από τη στιγμή του εντοπισμού κάποιου ύποπτου ευρήματος ξεκινάει το δύσκολο ταξίδι και η περιπέτεια των γυναικών.
Στη χώρα μας η συνήθης πρακτική μετά από ένα ύποπτο εύρημα είναι η γυναίκα να αναζητά μέσω γνωστών και φίλων κάποιον γιατρό στον οποίο θα μπορεί να απευθυνθεί κλείνοντας άμεσα ραντεβού. Ο προγραμματισμός ενός ιατρικού ραντεβού δεν είναι εύκολη υπόθεση κυρίως στα Δημόσια Νοσοκομεία, με αποτέλεσμα κατασπατάληση δυνάμεων, πόρων και χρόνου, χρόνος που πιθανόν να είναι ιδιαίτερα καθοριστικός όταν αναφερόμαστε στον καρκίνο.
Ο γιατρός χρειάζεται να είναι εξειδικευμένος στο μαστό, μία πληροφορία που συνήθως δεν γνωρίζουν οι γυναίκες, να δημιουργηθεί μια σχέση εμπιστοσύνης, όχι πάντα εύκολη υπόθεση, να προχωρήσει πιθανόν σε χειρουργική επέμβαση και στη συνέχεια κυρίως στα Δημόσια Νοσοκομεία, παραμένει μετέωρη μη γνωρίζοντας τα επόμενα βήματά της. Η διασύνδεση με τους ογκολόγους ή/και τους ακτινοθεραπευτές δεν ακολουθεί κάποιες προτυποποιημένες διαδικασίες, γίνεται προσωπική υπόθεση των γυναικών με όλο το βάρος που συνεπάγεται η αναζήτηση γιατρού άλλης ειδικότητας και η αγωνία εύρεσης διαθέσιμου ραντεβού.
Επιπλέον η δυνατότητα άμεσης αποκατάστασης του μαστού σε γυναίκες που έχουν υποβληθεί σε μαστεκτομή σε πολλά Δημόσια Νοσοκομεία είναι δυσεύρετη ή και ανύπαρκτη, με αποτέλεσμα να υφίστανται τις παρενέργειες ενός δεύτερου χειρουργείου αποκατάστασης που σε ορισμένες περιπτώσεις θα μπορούσε να αποφευχθεί, με συνέπειες τόσο για την ίδια όσο και για το Σύστημα Υγείας.
Η γενετική συμβουλευτική, η διατήρηση γονιμότητας, η ψυχοκοινωνική υποστήριξη συνήθως δεν παρέχονται στις δημόσιες δομές υγείας και η διαχείρισή τους παραμένει προσωπική υπόθεση των γυναικών και των οικείων τους. Σε μια απόλυτα επιβαρυμένη περίοδο της ζωής τους συνοδευόμενη από σωματική και ψυχική καταπόνηση, πιθανόν και οικονομική εξουθένωση, καλούνται να λάβουν δύσκολες αποφάσεις με σοβαρές συνέπειες για τη μετέπειτα ζωή τους, μη εύκολα κατανοητές στη συγκεκριμένη φάση.
Μετά την ολοκλήρωση των θεραπειών οι γυναίκες με καρκίνο μαστού μεταβαίνουν σε μία επίσης δύσκολη περίοδο της ζωής τους. Ενώ προσπαθούν να επανέλθουν στην καθημερινότητα τους και να επανενταχθούν κοινωνικά και επαγγελματικά, βιώνουν πλήθος παρενεργειών που σε πολλές περιπτώσεις δεν γνωρίζουν ότι συνδέονται με τη θεραπεία τους. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα την περαιτέρω επιβάρυνση των γυναικών καθώς ανατρέχουν σε διάφορες ειδικότητες αναζητώντας λύσεις και απαντήσεις σε πλήθος θεμάτων μη εύκολα διαχειρίσιμων.
Τέλος, στην περίπτωση της μεταστατικής νόσου, η αναζήτηση ανακουφιστικής φροντίδας και ιατρείων πόνου γίνεται συνήθως από την ίδια την ασθενή και το οικογενειακό της περιβάλλον, εφόσον φυσικά γνωρίζουν την ύπαρξή τους και τα οφέλη, με όλη την επιβάρυνση που αυτό συνεπάγεται.
Πολλά εξ αυτών θα μπορούσαν να προληφθούν και αποφευχθούν εάν στο Εθνικό Σύστημα Υγείας υπήρχαν Κέντρα Μαστού Ολοκληρωμένης Φροντίδας (ΚΜΟΦ). Τα Κέντρα Μαστού Ολοκληρωμένης Φροντίδας διαθέτουν διεπιστημονική εξειδικευμένη ομάδα όλων των αναγκαίων ειδικοτήτων και αναλαμβάνουν κάθε γυναίκα σε όλη την πορεία της νόσου από τη διάγνωση, τη θεραπεία, την αποκατάσταση, την παρακολούθηση, την ψυχοκοινωνική υποστήριξη, τη διαχείριση των γυναικών με μεταστατική νόσο αλλά και την ανακουφιστική φροντίδα.
Η αναγκαιότητα και τα οφέλη των Κέντρων Μαστού Ολοκληρωμένης Φροντίδας έχει αναδειχθεί από πρόσφατη μελέτη ενώ η EUSOMA - European Society of Breast Cancer Specialists – έχει δημοσιεύσει τις απαιτήσεις για ένα εξειδικευμένο Κέντρο Μαστού https://doi.org/10.1016/j.breast.2020.02.003 (Biganzoli et al., 2020).
Σε δήλωση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 5ης Μαΐου 2010 για την καταπολέμηση του καρκίνου του μαστού στην Ευρωπαϊκή Ένωση πλην της εφαρμογής του προσυμπτωματικού ελέγχου με μαστογραφία σε εθνικό επίπεδο, καλεί τα κράτη μέλη να δημιουργήσουν πολυτομεακές εξειδικευμένες μονάδες μαστού σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές της Ευρωπαικής Ένωσης έως το έτος 2016, και την Επιτροπή να υποβάλλει ανά διετία σχετική έκθεση προόδου.
Στη χώρα μας δεν έχει γίνει καμία ενέργεια προς αυτή την κατεύθυνση παρότι γνωρίζουμε ότι τα περιστατικά καρκίνου του μαστού ακολουθούν αυξητική πορεία και μάλιστα με αυξανόμενα ποσοστά σε γυναίκες νεότερης ηλικίας ενώ και τα ποσοστά θνησιμότητας παραμένουν υψηλά.
Εάν θέλουμε να αντιστραφούν τα ποσοστά θα πρέπει να ληφθούν άμεσα μέτρα. Ως εκ τούτου, προτείνουμε τη δημιουργία Κέντρων Μαστού Ολοκληρωμένης Φροντίδας, σύμφωνα με τις κατευθυντήριες οδηγίες προσαρμοσμένες στις εθνικές συνθήκες, αρχικά πιλοτικά σε ένα ή και δύο Δημόσια Νοσοκομεία τα οποία έχουν τη δυνατότητα να μετασχηματίσουν τις ήδη υπάρχουσες δομές τους, να πιστοποιηθούν ως Κέντρα Μαστού Ολοκληρωμένης Φροντίδας παρέχοντας στις γυναίκες ποιοτική φροντίδα υγείας σε όλα τα στάδια της νόσου από το πρώιμο στάδιο που ανιχνεύονται με την προληπτική μαστογραφία μέχρι τον προχωρημένο καρκίνο με στόχο την αύξηση της επιβίωσης, τη βελτίωση της ποιότητας ζωής των γυναικών και τη μείωση της θνησιμότητας από την ασθένεια.
Το Έλενα Βενιζέλου, δεδομένου ότι αναφέρεται και στην Επιτελική Σύνοψη δράσεων του Υπουργείου Υγείας για το 2024 θα μπορούσε να είναι ένα εκ των Δημόσιων Νοσοκομείων που θα μπορούσε να εφαρμοστεί η δημιουργία ενός Κέντρου Μαστού Ολοκληρωμένης Φροντίδας.
Με εκτίμηση,
Για το Διοικητικό Συμβούλιο
Η Πρόεδρος
Παρασκευή Μιχαλοπούλου
Η Γραμματέας
Βασιλική Γιοχάη